Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
energy-efficient
/ˈɛnɚdʒiɪfˈɪʃənt/
/ˈɛnədʒiɪfˈɪʃənt/
energy-efficient
01
ενεργειακά αποδοτικός, οικονομικός στην κατανάλωση ενέργειας
(of a product or system) using less energy while still achieving the same level of performance or output
Παραδείγματα
The new refrigerator is much more energy-efficient than the old model.
Το νέο ψυγείο είναι πολύ πιο ενεργειακά αποδοτικό από το παλιό μοντέλο.
Energy-efficient buildings help reduce overall heating and cooling costs.
Τα ενεργειακά αποδοτικά κτίρια βοηθούν στη μείωση των συνολικών δαπανών θέρμανσης και ψύξης.



























