LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Elapid snake
/ɪlˈapɪd snˈeɪk/
/ɪlˈæpɪd snˈeɪk/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "elapid snake"
Elapid snake
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
any of numerous venomous fanged snakes of warmer parts of both hemispheres
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
elapid
elaphurus
elaphe obsoleta
elaphe guttata
elaphe
elapidae
elapse
elapsed
elapsed time
elasmobranch
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App