Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
egotistic
01
εγωκεντρικός, εγωιστής
excessively self-centered and disregarding the interests and feelings of others
Παραδείγματα
John 's egotistic behavior made it difficult for others to work with him on group projects.
Η εγωιστική συμπεριφορά του John έκανε δύσκολο για τους άλλους να συνεργαστούν μαζί του σε ομαδικά projects.
The CEO 's egotistic leadership style created a toxic work environment, with little regard for employee well-being.
Το εγωιστικό στυλ ηγεσίας του CEO δημιούργησε ένα τοξικό εργασιακό περιβάλλον, με ελάχιστη προσοχή στην ευημερία των εργαζομένων.
02
εγωτιστικός, ματαιόδοξος
characteristic of those having an inflated idea of their own importance
Λεξικό Δέντρο
egotistical
egotistic
egotist
egot



























