Educatee
volume
British pronunciation/ˈɛdʒuːkˌatiː/
American pronunciation/ˈɛdʒuːkˌæɾiː/

Ορισμός και Σημασία του "educatee"

01

a learner who is enrolled in an educational institution

educatee definition and meaning
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store