Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
double-edged
01
διττός, αμφίσημος
(of a comment) implying two distinct meanings
Παραδείγματα
Her double-edged remark about his promotion could be interpreted as both congratulatory and subtly critical.
Η διφορούμενη παρατήρησή της για την προαγωγή του θα μπορούσε να ερμηνευτεί τόσο ως συγχαρητήρια όσο και ως διακριτική κριτική.
The comedian 's double-edged humor entertained some while offending others with its biting satire.
Το αμφίθυμο χιούμορ του κωμικού διασκέδασε μερικούς ενώ προσέβαλε άλλους με την δηκτική του σάτιρα.



























