Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Ditty
01
τραγουδάκι, ποίημα
a short and simple song or poem
Παραδείγματα
The children sang a cheerful ditty as they skipped down the path, filling the air with laughter and melody.
Τα παιδιά τραγούδησαν ένα χαρούμενο τραγουδάκι ενώ πηδούσαν στο μονοπάτι, γεμίζοντας τον αέρα με γέλια και μελωδία.
The bard entertained the tavern with a lively ditty, regaling the patrons with tales of love and adventure set to music.
Ο βάρδος ψυχαγωγούσε την ταβέρνα με ένα ζωηρό τραγουδάκι, απολαμβάνοντας τους πελάτες με ιστορίες αγάπης και περιπέτειας σε μουσική.



























