Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Diction
01
δiction, προφορά
the manner in which words are pronounced
Παραδείγματα
His clear diction made it easy for the audience to understand every word during his speech.
Η σαφής διεκπεραίωση του έκανε εύκολο για το κοινό να καταλάβει κάθε λέξη κατά τη διάρκεια της ομιλίας του.
The teacher praised her student for excellent diction, which enhanced the quality of her presentation.
Ο δάσκαλος επαίνεσε την μαθήτριά του για την εξαιρετική προφορά, που ενίσχυσε την ποιότητα της παρουσίασής της.
02
απαγγελία, αρθρωση
the articulation of speech regarded from the point of view of its intelligibility to the audience



























