Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
democratic
01
δημοκρατικός, του Δημοκρατικού Κόμματος
denoting and regarding Democratic Party
02
δημοκρατικός, σχετικός με τη δημοκρατία
related to or characteristic of a system of government where power comes from the people through free elections and respects individual rights
Παραδείγματα
The democratic process allows citizens to participate in decision-making through voting.
Η δημοκρατική διαδικασία επιτρέπει στους πολίτες να συμμετέχουν στη λήψη αποφάσεων μέσω της ψηφοφορίας.
Democratic countries uphold principles of individual rights, freedom of speech, and the rule of law.
Οι δημοκρατικές χώρες υποστηρίζουν τις αρχές των ατομικών δικαιωμάτων, της ελευθερίας του λόγου και της κυριαρχίας του δικαίου.
03
δημοκρατικός
representing or appealing to or adapted for the benefit of the people at large
Λεξικό Δέντρο
democratically
undemocratic
democratic
democrat



























