Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
declamatory
01
απαγγελτικός, δραματικός
expressing one's feelings in a dramatic and forceful way
Παραδείγματα
In her declamatory poem, she expressed her innermost thoughts and desires with grandeur and intensity.
Στο απαγγελτικό ποίημά της, εξέφρασε τις πιο εσωτερικές της σκέψεις και επιθυμίες με μεγαλοπρέπεια και ένταση.
During the debate, the debater used declamatory gestures and forceful arguments to assert their viewpoint.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ο συνομιλητής χρησιμοποίησε δραματικές χειρονομίες και ισχυρά επιχειρήματα για να υποστηρίξει την άποψή του.
Λεξικό Δέντρο
declamatory
declamat



























