Corrupting
volume
British pronunciation/kəɹˈʌptɪŋ/
American pronunciation/kɝˈəptɪŋ/

Ορισμός και Σημασία του "corrupting"

corrupting
01

that infects or taints

02

harmful to the mind or morals

03

seducing into corrupt practices

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store