Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
completely
01
πλήρως, ολοκληρωτικά
to the greatest amount or extent possible
Παραδείγματα
He completely forgot about the meeting.
Ξέχασε εντελώς τη συνάντηση.
I 'm completely satisfied with the service at this restaurant.
Είμαι εντελώς ικανοποιημένος με την εξυπηρέτηση σε αυτό το εστιατόριο.
1.1
πλήρως, ολοκληρωτικά
in a way that covers the whole of something or leaves nothing out
Παραδείγματα
The application form must be completely filled out before submission.
Η αίτηση πρέπει να συμπληρωθεί πλήρως πριν από την υποβολή.
Make sure the files are completely uploaded before closing your browser.
Βεβαιωθείτε ότι τα αρχεία έχουν πλήρως ανεβεί πριν κλείσετε το πρόγραμμα περιήγησής σας.
Λεξικό Δέντρο
incompletely
completely
complete



























