Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Compendium
01
συνοπτική έκδοση, περίληψη
a concise collection or summary of information, typically presented in a single volume or document
Παραδείγματα
The encyclopedia serves as a compendium of knowledge on various subjects, offering comprehensive information in one place.
Η εγκυκλοπαίδεια λειτουργεί ως συνοπτική συλλογή γνώσης σε διάφορα θέματα, προσφέροντας ολοκληρωμένες πληροφορίες σε ένα μέρος.
The professor assigned the compendium as supplementary reading material to provide students with an overview of the course topics.
Ο καθηγητής ανέθεσε το συνοπτικό ως συμπληρωματικό υλικό ανάγνωσης για να παρέχει στους μαθητές μια επισκόπηση των θεμάτων του μαθήματος.



























