Comfortingly
volume
British pronunciation/kˈʌmfətɪŋli/
American pronunciation/kˈʌmfɚɾɪŋli/

Ορισμός και Σημασία του "comfortingly"

comfortingly
01

in a comforting or consoling manner

word family

comfort

comfort

Verb

comforting

Adjective

comfortingly

Adverb
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store