Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Sigma male
01
σίγμα αρσενικό, σίγμα άνδρας
a man who is independent, self-reliant, and confident, often outside traditional social hierarchies
Παραδείγματα
That sigma male prefers working alone rather than in a team.
Αυτός ο σίγμα αρσενικός προτιμά να δουλεύει μόνος παρά σε ομάδα.
Everyone noticed the sigma male for his quiet confidence.
Όλοι πρόσεξαν τον σίγμα αρσενικό για την ήρεμη αυτοπεποίθησή του.



























