Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Himbo
01
ένας όμορφος αλλά όχι πολύ έξυπνος άνδρας, ένας ελκυστικός και καλός αλλά απλοϊκός άντρας
a man who is attractive and kind but not very intelligent, often charming in a simple, good-natured way
Παραδείγματα
That himbo helped everyone carry their groceries without complaining.
Αυτός ο χίμπο βοήθησε όλους να μεταφέρουν τα ψώνια τους χωρίς παράπονα.
Everyone laughed at the himbo's clueless but sweet comment.
Όλοι γέλασαν με το αφελές αλλά γλυκό σχόλιο του himbo.



























