Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
casually
Παραδείγματα
She casually leaned against the wall, sipping her drink.
Ανεπίσημα ακούμπησε στον τοίχο, πίνοντας το ποτό της.
He casually walked into the room without knocking.
Μπήκε αδιάφορα στο δωμάτιο χωρίς να χτυπήσει.
1.1
αδιάφορα, με απροσεξία
without enough care, concern, or attention
Παραδείγματα
He casually dismissed the warning without reading it.
Αδιάφορα απέκρουσε την προειδοποίηση χωρίς να την διαβάσει.
The clerk casually rang up the items, barely looking up.
Ο υπάλληλος αδιάφορα σάρωσε τα αντικείμενα, μόλις κοιτώντας πάνω.
02
περιστασιακά, ανεπίσημα
on an irregular or occasional basis, often without long-term involvement
Παραδείγματα
I work casually at the café on weekends.
Δουλεύω περιστασιακά στο καφέ τα σαββατοκύριακα.
She casually volunteers at the shelter when she has time.
Εκείνη περιστασιακά εργάζεται ως εθελόντρια στο καταφύγιο όταν έχει χρόνο.
03
ανέμελα, χωρίς δέσμευση
in a non-serious, emotionally detached manner, especially in dating or relationships
Παραδείγματα
He 's been casually seeing someone he met online.
Βλέπει ανεπίσημα κάποιον που γνώρισε στο διαδίκτυο.
They agreed to casually date without commitment.
Συμφώνησαν να βγαίνουν ανεπίσημα χωρίς δέσμευση.
3.1
αδιάφορα, με απερισκεψία
in a way that hides real feelings or importance, as if something is not a big deal
Παραδείγματα
" Just wondering, " she said casually, trying to sound indifferent.
"Απλά αναρωτιόμουν," είπε αδιάφορα, προσπαθώντας να ακούγεται αδιάφορη.
He casually asked about her weekend, though he was deeply interested.
Ρώτησε αδιάφορα για το σαββατοκύριακό της, αν και ενδιαφερόταν βαθιά.
04
χαλαρά, χωρίς προσπάθεια
in a way that is easygoing and doesn't require much effort, skill, or time
Παραδείγματα
The trail is casually designed for beginner hikers.
Το μονοπάτι είναι χαλαρά σχεδιασμένο για αρχάριους πεζοπόρους.
It 's a casually paced course that fits into any schedule.
Είναι ένα μάθημα με χαλαρό ρυθμό που ταιριάζει σε οποιοδήποτε πρόγραμμα.
Λεξικό Δέντρο
casually
casual



























