LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Cabasset
/kˈabɐsˌɛt/
/kˈæbɐsˌɛt/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "cabasset"
Cabasset
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a metal helmet worn by common soldiers in the 16th century
word family
cabasset
cabasset
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
cabaret
cabana
cabalist
cabalism
cabal
cabassous
cabassous unicinctus
cabbage
cabbage bark
cabbage butterfly
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App