Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Macker
01
τεράστιο κύμα, τρομακτικό κύμα
(surfing) a huge wave, often powerful and intimidating
Παραδείγματα
That was a total macker — I barely made it out alive!
Αυτό ήταν ένα ολοκληρωτικό macker—μόλις και μετά βίας επέζησα!
We paddled out, hoping to catch some mackers before the tide changed.
Κωπηλατήσαμε, ελπίζοντας να πιάσουμε μερικά τεράστια κύματα πριν αλλάξει η παλίρροια.



























