machinist
ma
μα
chi
ˈʃi
σι
nist
nəst
ναστ
British pronunciation
/məʃˈiːnɪst/

Ορισμός και σημασία του "machinist"στα αγγλικά

01

μηχανικός, χειριστής μηχανής

someone who operates a machine, especially an industrial one
example
Παραδείγματα
The company hired a machinist with years of experience to oversee their production line.
Η εταιρεία προσέλαβε έναν μηχανικό με χρόνια εμπειρία για να επιβλέψει τη γραμμή παραγωγής τους.
Modern machinists need a strong understanding of technology to operate advanced machinery.
Οι σύγχρονοι μηχανικοί χρειάζονται μια ισχυρή κατανόηση της τεχνολογίας για να λειτουργήσουν προηγμένα μηχανήματα.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store