Solubilization
volume
British pronunciation/sˌɒljuːbˌɪlaɪzˈeɪʃən/
American pronunciation/sˌɑːljuːbˌɪlaɪzˈeɪʃən/

Ορισμός και Σημασία του "solubilization"

Solubilization
01

the process of dispersing or dissolving a substance into a solvent to form a homogeneous solution

solubilization

n
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store