LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Collaboratively
/kəlˈæbɹətˌɪvli/
/kəlˈæbɹətˌɪvli/
Adverb (1)
Ορισμός και Σημασία του "collaboratively"
collaboratively
ΕΠΊΡΡΗΜΑ
01
συνεργατικά
in a manner that involves cooperation or joint effort among individuals or groups
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App