resource person
Pronunciation
/ɹɪsˈoːɹs pˈɜːsən/
British pronunciation
/ɹɪzˈɔːs pˈɜːsən/

Ορισμός και σημασία του "resource person"στα αγγλικά

Resource person
01

πρόσωπο πόρου, εμπειρογνώμονας σύμβουλος

an individual with specialized knowledge in a particular area, often called upon to provide guidance or information
example
Παραδείγματα
A resource person is an expert who provides specialized knowledge and support to individuals or groups seeking information or guidance in a particular field.
Ένας εξειδικευμένος σύμβουλος είναι ένας ειδικός που παρέχει εξειδικευμένες γνώσεις και υποστήριξη σε άτομα ή ομάδες που αναζητούν πληροφορίες ή καθοδήγηση σε ένα συγκεκριμένο πεδίο.
During the training workshop, the organization invited a resource person to share insights and best practices related to project management.
Κατά τη διάρκεια του εργαστηρίου εκπαίδευσης, ο οργανισμός προσκάλεσε έναν ειδικό για να μοιραστεί γνώσεις και βέλτιστες πρακτικές σχετικές με τη διαχείριση έργων.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store