Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
bite-sized
01
μεγέθους δαγκώματος, μικρά κομμάτια
(of food) having portions or pieces small enough to be easily eaten in one or two bites
Παραδείγματα
The party snacks were bite-sized sandwiches, perfect for mingling.
Τα σνακ του πάρτι ήταν μικρά σάντουιτς, ιδανικά για κοινωνικοποίηση.
She served bite-sized pieces of fruit on skewers for a refreshing appetizer.
Σέρβιρε κομμάτια φρούτων σε μέγεθος δαγκώματος σε ξυλάκια για ένα δροσιστικό ορεκτικό.
Παραδείγματα
Complex topics are easier to grasp when broken into bite-sized parts.
Τα πολύπλοκα θέματα είναι πιο εύκολα να κατανοηθούν όταν χωρίζονται σε μικρά μέρη.
He presented the data in bite-sized chunks for clarity.
Παρουσίασε τα δεδομένα σε εύκολα κατανοητά κομμάτια για σαφήνεια.



























