Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
snail-paced
01
αργός σα σαλιγκάρι, σε ρυθμό χελώνας
moving or progressing very slowly
Παραδείγματα
The snail-paced progress of the construction project frustrated everyone involved.
Η βραδεία όπως σαλιγκάρι πρόοδος του έργου κατασκευής απογοήτευσε όλους τους εμπλεκόμενους.
The snail-paced line at the bank made him late for his appointment.
Η βραδέως κινούμενη σειρά στην τράπεζα τον έκανε να αργήσει για το ραντεβού του.



























