Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Autoplay
01
αυτόματη αναπαραγωγή, αυτόματη εκτέλεση
the automatic and continuous playback of content without requiring the user to manually start each item
Παραδείγματα
I hate it when autoplay kicks in and plays a video I did n't want to watch.
Μισώ όταν ενεργοποιείται η αυτόματη αναπαραγωγή και παίζει ένα βίντεο που δεν ήθελα να δω.
I turned off the autoplay feature because I prefer to choose when I start watching videos.
Απενεργοποίησα τη λειτουργία αυτόματης αναπαραγωγής επειδή προτιμώ να επιλέγω πότε θα αρχίσω να βλέπω βίντεο.
Λεξικό Δέντρο
autoplay
play



























