Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
fast-moving
01
γρήγορος, γρήγορα κινούμενος
developing, moving, or changing with high speed
Παραδείγματα
The fast-moving storm swept through the region, leaving a trail of destruction in its wake.
Η γρήγορα κινούμενη καταιγίδα σάρωσε την περιοχή, αφήνοντας ένα ίχνος καταστροφής στο πέρασμά της.
In the fast-moving world of technology, staying up-to-date with the latest trends is crucial.
Στον γρήγορα μεταβαλλόμενο κόσμο της τεχνολογίας, είναι κρίσιμο να παραμένει κανείς ενημερωμένος με τις τελευταίες τάσεις.



























