Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Dab hand
01
άσσος, ειδικός
an individual who excels at a specific type of activity
Dialect
British
Παραδείγματα
He 's a dab hand in the kitchen. His culinary creations are simply delicious.
Είναι εξπέρ στην κουζίνα. Οι κουζινικές του δημιουργίες είναι απλά νόστιμες.
He 's a dab hand with computers. He can troubleshoot any technical issue.
Είναι εξπέρ με τους υπολογιστές. Μπορεί να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε τεχνικό πρόβλημα.



























