Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Birding
01
παρατήρηση πουλιών, birdwatching
the hobby of observing wild birds in their natural habitats, often involving identification and recording species
Παραδείγματα
He took up birding after retirement and now keeps a life list of species.
Άρχισε το birding μετά τη συνταξιοδότηση και τώρα διατηρεί μια λίστα ειδών.
Good birding requires binoculars, a field guide, and patience.
Η παρατήρηση πουλιών απαιτεί κιάλια, έναν οδηγό πεδίου και υπομονή.
Λεξικό Δέντρο
birding
bird



























