Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Birdhouse
01
σπιτάκι για πουλιά, τεχνητή φωλιά
a small, man-made structure designed to provide a nesting place for birds
Παραδείγματα
She hung a birdhouse on the tree in her backyard to attract more birds.
Κρέμασε ένα σπιτάκι για πουλιά στο δέντρο στην πίσω αυλή της για να προσελκύσει περισσότερα πουλιά.
The children enjoyed watching the birds fly in and out of the birdhouse.
Τα παιδιά απολάμβαναν να βλέπουν τα πουλιά να πετούν μέσα και έξω από το σπιτάκι των πουλιών.
Λεξικό Δέντρο
birdhouse
bird
house



























