Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to flatline
01
παραμένει το ίδιο, δεν κάνει πρόοδο
to remain the same and fail to make any progress
Παραδείγματα
Sales figures flatlined after the initial surge in popularity.
Τα στοιχεία πωλήσεων έμειναν σταθερά μετά την αρχική άνοδο της δημοτικότητας.
Despite their efforts, the company 's growth rate flatlined over the past year.
Παρά τις προσπάθειές τους, ο ρυθμός ανάπτυξης της εταιρείας έμεινε σταθερός το περασμένο έτος.
02
πεθαίνω, αποθνήσκω
*** (of a person) die



























