Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
zealous
01
ζηλωτής, ενθουσιώδης
showing impressive commitment and enthusiasm for something
Παραδείγματα
Her commitment to the project was marked by a zealous attention to every detail.
Η δέσμευσή της για το έργο χαρακτηρίστηκε από προσεκτική προσοχή σε κάθε λεπτομέρεια.
He worked with a zealous passion that energized the entire team.
Δούλεψε με ένα ζηλωτικό πάθος που ενέπνευσε όλη την ομάδα.
Λεξικό Δέντρο
overzealous
zealously
zealous
zeal



























