Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Windbreak
01
ανεμοφράκτης, προστασία από τον άνεμο
a line of trees, fence, wall, etc. that can provide protection against the wind
Παραδείγματα
The farmers planted rows of trees along the edge of the field to act as a windbreak and protect their crops.
Οι αγρότες φύτεψαν σειρές δέντρων κατά μήκος της άκρης του χωραφιού για να λειτουργήσουν ως αντιπνευματική ζώνη και να προστατεύσουν τις καλλιέργειές τους.
The house was surrounded by a tall windbreak to shield it from the harsh winds coming from the north.
Το σπίτι ήταν περιτειχισμένο με ένα ψηλό ανεμοφράκτη για να το προστατεύσει από τους δυνατούς ανέμους που έρχονταν από το βορρά.
Λεξικό Δέντρο
windbreak
wind
break



























