Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
wind-powered
01
τροφοδοτούμενος από τον άνεμο, λειτουργεί με αιολική ενέργεια
used to describe something that is powered by the wind
Παραδείγματα
The wind-powered turbine generated enough electricity for the entire village.
Η αιολική τουρμπίνα παρήγαγε αρκετή ηλεκτρική ενέργεια για ολόκληρο το χωριό.
Many coastal areas now rely on wind-powered solutions for sustainable energy.
Πολλές παράκτιες περιοχές βασίζονται πλέον σε λύσεις με αιολική ενέργεια για βιώσιμη ενέργεια.



























