Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Weltanschauung
01
κοσμοθεωρία, αντίληψη του κόσμου
a person's overall philosophical perspective or worldview
Παραδείγματα
A person 's weltanschauung shapes their perception of reality.
Η βελτανσάουγκ ενός ατόπου διαμορφώνει την αντίληψή του για την πραγματικότητα.
Different cultures have diverse weltanschauung.
Διαφορετικοί πολιτισμοί έχουν διαφορετικές weltanschauung.



























