LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Weed out
/wˈiːd ˈaʊt/
/wˈiːd ˈaʊt/
Verb (1)
Ορισμός και Σημασία του "weed out"
to weed out
ΡΉΜΑ
01
remove unwanted elements
narrow down
pare down
weed out
thin
Παράδειγμα
The
intense
training program
was
designed
to
weed out
the
unprepared
,
chewing up
and
spitting out
those
who
could
n't
meet
its
demands
.
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App