Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Villain
Παραδείγματα
The villain plotted to take over the kingdom.
Ο κακοποιός σχεδίασε να καταλάβει το βασίλειο.
He played the villain in the new action film.
Παίξε τον κακο στη νέα ταινία δράσης.
02
εγκληματίας, κακός
a person who deliberately causes harm, commits crimes, or behaves immorally
Παραδείγματα
The police arrested the villain behind the robbery.
Η αστυνομία συνέλαβε τον κακό πίσω από τη ληστεία.
History remembers him as a ruthless villain.
Η ιστορία τον θυμάται ως έναν αδίστακτο κακοποιό.
Λεξικό Δέντρο
villainage
villainess
villainous
villain



























