Unsurmountable
volume
British pronunciation/ʌnsəmˈaʊntəbəl/
American pronunciation/ʌnsɚmˈaʊntəbəl/

Ορισμός και Σημασία του "unsurmountable"

unsurmountable
01

not capable of being surmounted or overcome

02

incapable of being surmounted or climbed

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store