Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Toll plaza
01
διόδια, πλατεία διόδων
a designated area on a road or highway where vehicles must pay a fee or toll
Παραδείγματα
We stopped at the toll plaza to pay the toll before continuing on the highway.
Σταματήσαμε στην πλατεία διόδου για να πληρώσουμε το διόδιο πριν συνεχίσουμε στην εθνική οδό.
The toll plaza was congested with vehicles during rush hour.
Η διόδια πλατεία ήταν συνωστισμένη με οχήματα κατά τις ώρες αιχμής.



























