toddler
todd
ˈtɑd
ταντ
ler
lər
λαρ
British pronunciation
/ˈtɒdlə/

Ορισμός και σημασία του "toddler"στα αγγλικά

01

νήπιο, μωρό

a young child who is starting to learn how to walk
Wiki
toddler definition and meaning
example
Παραδείγματα
The toddler took his first steps, much to the delight of his parents.
Το νήπιο έκανε τα πρώτα του βήματα, προς μεγάλη χαρά των γονέων του.
She read a picture book to the toddler during storytime.
Διάβασε ένα εικονογραφημένο βιβλίο στο νήπιο κατά τη διάρκεια της αφήγησης.

Λεξικό Δέντρο

toddler
toddle
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store