tinned
tinned
tɪnd
τινντ
British pronunciation
/tˈɪnd/

Ορισμός και σημασία του "tinned"στα αγγλικά

01

κονσερβαρισμένος, σε κονσέρβα

(of food) preserved and sold in a can
tinned definition and meaning
example
Παραδείγματα
She used tinned tomatoes to make a quick and flavorful pasta sauce.
Χρησιμοποίησε κονσερβοποιημένες ντομάτες για να φτιάξει μια γρήγορη και γευστική σάλτσα μακαρονιών.
In British English, " tinned " refers to food preserved in cans or tins, such as tinned beans or tinned fruit.
Στα βρετανικά αγγλικά, κονσερβοποιημένο αναφέρεται σε τρόφιμα που διατηρούνται σε κουτιά ή κονσέρβες, όπως κονσερβοποιημένα φασόλια ή κονσερβοποιημένα φρούτα.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store