bingle
bin
ˈbɪn
μπιν
gle
gəl
γκαλ
British pronunciation
/bˈɪŋɡə‍l/

Ορισμός και σημασία του "bingle"στα αγγλικά

01

μια βάση χτύπημα στο οποίο ο χτυπών σταματά με ασφάλεια στην πρώτη βάση, μονό χτύπημα

a base hit on which the batter stops safely at first base
02

μικρό ατύχημα, μικρή σύγκρουση

a minor car accident
example
Παραδείγματα
Yesterday, there was a small bingle on the corner of Elm Street and Maple Avenue.
Χθες, υπήρξε ένα μικρό ατύχημα στη γωνία της οδού Elm και της λεωφόρου Maple.
The bingle caused a slight delay in traffic during rush hour.
Το μικρό ατύχημα προκάλεσε μια μικρή καθυστέρηση στην κυκλοφορία κατά τις ώρες αιχμής.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store