Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Sunshade
01
ομπρέλα, αντηλιά
a handheld collapsible source of shade
02
σκίαστρο, κουβούκλιο
a canopy made of canvas to shelter people or things from rain or sun
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ομπρέλα, αντηλιά
σκίαστρο, κουβούκλιο