LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Stricture
/stɹˈɪktʃɐ/
/ˈstɹɪktʃɝ/
Noun (2)
Ορισμός και Σημασία του "stricture"
Stricture
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
severe criticism
02
abnormal narrowing of a bodily canal or passageway
stricture
n
Παράδειγμα
A
blockage
or
narrowing
of
the
esophagus
,
called
esophageal
stricture
,
can
make it
difficult
or
painful
to
swallow
food
or
liquids
.
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App