streptomycin
strep
ˈstrɛp
στρεπ
to
τα
my
ˌmɪ
μι
cin
sɪn
σιν
British pronunciation
/stɹˈɛptəmˌɪsɪn/

Ορισμός και σημασία του "streptomycin"στα αγγλικά

01

στρεπτομυκίνη, ένα φάρμακο που καταπολεμά τα βακτήρια

a medicine that fights bacteria, commonly used to treat tuberculosis and other bacterial infections
Wiki
example
Παραδείγματα
The doctor prescribed streptomycin to cure my ear infection.
Ο γιατρός συνέταξε στρεπτομυκίνη για να θεραπεύσει τη λοίμωξη του αυτιού μου.
Jay was feeling much better after taking the streptomycin for his throat infection.
Ο Τζέι αισθανόταν πολύ καλύτερα αφού πήρε στρεπτομυκίνη για τη λοίμωξη του λαιμού του.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store