Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Stockpot
01
καζάνι, μεγάλη κατσαρόλα
a large, deep pot used for making stocks, soups, and stews
Λεξικό Δέντρο
stockpot
stock
pot
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
καζάνι, μεγάλη κατσαρόλα
Λεξικό Δέντρο
stock
pot