Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Stereophony
01
στερεοφωνία, στερεοφωνικός ήχος
the technique of sound reproduction using two or more channels to create the effect of a three-dimensional sound environment
Παραδείγματα
The concert hall was designed to showcase the beauty of stereophony.
Η αίθουσα συναυλιών σχεδιάστηκε για να επιδεικνύει την ομορφιά της στερεοφωνίας.
Stereophony brings a realistic depth to recorded music.
Η στερεοφωνία προσδίδει μια ρεαλιστική βάθος στη καταγεγραμμένη μουσική.



























