Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Staging
01
σκαλωσιά
a system of scaffolds
02
ταξίδι με ταχυδρομική άμαξα, μετακίνηση με ταχυδρομική άμαξα
travel by stagecoach
03
απόρριψη, διαχωρισμός
getting rid of a stage of a multistage rocket
04
σκηνική παράσταση, θεατρική παραγωγή
the production of a drama on the stage
Λεξικό Δέντρο
staging
stag



























