Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
stagy
01
θεατρικός, τεχνητός
exaggerated, artificial, or theatrical, often in an attempt to impress or gain attention
Λεξικό Δέντρο
stagily
staginess
stagy
stage
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
θεατρικός, τεχνητός
Λεξικό Δέντρο