Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
sleazy
Παραδείγματα
The sleazy landlord cut corners to avoid necessary repairs.
Ο ανέντιμος ιδιοκτήτης έκοψε γωνίες για να αποφύγει τις απαραίτητες επισκευές.
She avoided the sleazy salesman who seemed too pushy and untrustworthy.
Απέφυγε τον άσεμνο πωλητή που φαινόταν πολύ πιεστικός και αναξιόπιστος.
02
κακής ποιότητας, κακώς κατασκευασμένο
poorly constructed, low quality, and prone to falling apart or breaking easily
03
κακής ποιότητας, λεπτό και χαλαρά υφασμένο
of cloth; thin and loosely woven
Λεξικό Δέντρο
sleaziness
sleazy
sleaze



























