Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Achilles tendon
/ɐkˈɪliːz tˈɛndən/
/ɐkˈɪliːz tˈɛndən/
Achilles tendon
01
τένοντας του Αχιλλέα, πτερνικός τένοντας
a tendon in the leg that attaches the muscles of the calf to the bone of the heel
Παραδείγματα
The Achilles tendon connects the calf muscles to the heel bone, playing a crucial role in walking, running, and jumping.
Ο Αχίλλειος τένοντας συνδέει τους μυς της γάμπας με το οστό της φτέρνας, παίζοντας κρίσιμο ρόλο στο περπάτημα, το τρέξιμο και το άλμα.
A sudden increase in physical activity can strain the Achilles tendon, leading to a condition known as Achilles tendinitis.
Μια ξαφνική αύξηση της σωματικής δραστηριότητας μπορεί να καταπονήσει τον Αχίλλειο τένοντα, οδηγώντας σε μια κατάσταση γνωστή ως Αχίλλεια τενοντίτιδα.



























